ΤΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΚΑΛΛΟΣ ΤΗΣ ΧΑΡΑΣ ΤΟΥ ΚΑΘΕ ΛΕΠΤΟΥ
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία
τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου,
ἀπό τήν ἱστοσελίδα floga.gr, ἐπάνω στό χωρίο τοῦ κατά Ματθαῖον Εὐαγγελίου, κεφάλαιο 1ο, στίχοι 1 ἔως 25, στά πλαίσια τῆς ἑρμηνείας πού ἔγινε στό κήρυγμα τῆς Κυριακῆς 19-12-2004.
Ὁ Θεός, μέσα στήν ἀγαπητική Του συγκατάβαση γιά μᾶς, πολλές φορές κάνει ἀπρόβλεπτα πράγματα - κατά τά μέτρα τοῦ δικοῦ μας μυαλοῦ ἀπρόβλεπτα. Ἀπρόβλεπτο, ἐξάλλου, καί σάν ἔκφραση εἶναι τό γεγονός τῆς Σαρκώσεως. Ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος στήν κυριολεξία μιμεῖται αὐτό τό μέγεθος, γιατί κάνει μιά ἀπρόβλεπτη ἔναρξη τοῦ Εὐαγγελίου του, τοῦ πρώτου κατά σειρά μάλιστα ἐκ τῶν τεσσάρων Εὐαγγελίων τῆς Καινῆς Διαθήκης, τοῦ πρώτου κειμένου τῆς Καινῆς Διαθήκης.
Ἀπρόβλεπτο, λοιπόν, στήν κυριολεξία καί μάλιστα τό ἀπρόβλεπτο αὐτό τοῦ Ματθαίου ἀποκτᾶ μείζονα, μεγαλύτερη βαρύτητα γιατί δέν εἶναι κάτι πού τό ἄκουσε διδαχθέν ἀπό τόν Χριστό, νά μεταφέρει τά λόγια Του, ὅπως κάνει στήν ἐπί τοῦ Ὄρους Ὁμιλία, [ὅπου] μεταφέρει τά λόγια τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι, θά ἔλεγα, μιά δική του σύλληψη, ἀλλά κατά Χάρη σύλληψη, μέσα στήν ἔκφραση τῆς θεοπνευστίας τῶν κειμένων. Κοιτάξτε τί εἶναι αὐτή ἡ σειρά τῶν ὀνομάτων, πού δέν ξέρω πόσοι ἀπό ἐσᾶς πρίν ἀπό λίγο θά εἶπαν, «Κουραστήκαμε, εἶναι πολλά ὀνόματα. Τί μᾶς τά λέει; Τί εἶναι αὐτά τά ὀνόματα; Δέν τά ξέρουμε. Καθυστεροῦμε, νά πᾶμε στό τέλος, νά πᾶμε στό ἀποτέλεσμα. Τί ἔγινε στό τέλος;». Ἀκριβῶς ἐδῶ εἶναι τό κάλλος τοῦ κειμένου, τό ἀπρόβλεπτο, τό μυστήριο καί θά ἔλεγα, ἄν ἐπιτρέπεται νά τό πῶ, ἡ ποιητική μαγεία τοῦ κειμένου.
Ὁ Θεός ὅ,τι κάνει τό κάνει μέ ἕναν διπλό τρόπο. Τό κάνει ἔχοντας ἕναν στόχο, πού εἶναι ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπινου γένους, ἀλλά ταυτόχρονα δέν ἐξαντλεῖται στόν στόχο. Ὁ Θεός καθορίζει καί μπαίνει στή λεπτομέρεια τῆς πορείας, λέγοντας «θέλουμε νά γίνουμε ἅγιοι, αὐτό πού θέλει ὁ Θεός». Αὐτό ἔχει μιά λεπτομέρεια τοῦ κάθε λεπτοῦ. Εἶναι ἡ καλλιέργεια, τό κάλλος, ὁ θρίαμβος καί αὐτή ἡ ὀμορφιά τοῦ κάθε λεπτοῦ. Ὁ Ματθαῖος πραγματικά, μέ ἕναν μοναδικό τρόπο, γίνεται ἀπρόβλεπτος γι᾽ αὐτόν τόν λόγο. Θέλει νά καταλήξει στή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, πού τήν περιγράφει τό κείμενο πού ἀκούσαμε πρίν ἀπό λίγο, ἀλλά ἀκριβῶς κάνει μιά καταπληκτική πορεία ἀναφέροντας τά γνωστά καί τά ἄγνωστα ὀνόματα τά ὁποῖα προηγήθηκαν γενεαλογικά κατά τά μέτρα τά ἀνθρώπινα τοῦ Χριστοῦ. Ὅπου δέν εἶναι ἁπλῶς τό τέλος πού ἔρχεται ὁ Χριστός· εἶναι ἀκριβῶς ἡ ὀμορφιά, ὁ θρίαμβος αὐτῶν τῶν προσώπων, γνωστῶν τε καί ἀγνώστων, πού ζήσανε κάποιες στιγμές ὅπου καλλιέργησαν βαθιά πράγματα τοῦ Θεοῦ καί μάλιστα, μέ ἕναν μοναδικό τρόπο κατά τά ἀνθρώπινα μέτρα, ἑτοίμασαν τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ἀκραία πίστη τοῦ Ἀβραάμ, ὁ ὁποῖος πάει νά θυσιάσει τόν γιό του ἑτοιμάζει τήν πιό βαθιά κατανόηση γιά ἐμᾶς πού ὁ Θεός θυσιάζει τόν Γιό Του καί προηγεῖται ὁ ἄνθρωπος πού θυσιάζει πρίν τόν γιό του. Ἡ ἀκραία ἔκφραση τῆς μετανοίας τοῦ Δαυίδ καί, βλέπετε, στέκεται καί λέει ἀπό τόν Ἀβραάμ μέχρι τόν Δαυίδ γενεές δεκατέσσερις, ἀπό τόν Δαυίδ μέχρι τήν μετοικεσία Βαβυλῶνος (ἡ ἀκραία ἔκφραση τῆς μετανοίας ἤ τῆς πτώσης ὁλόκληρου λαοῦ, πού εἶναι ἡ μετοικεσία τῆς Βαβυλῶνος). Ἡ κάθε στιγμή, τό κάθε λεπτό, ἀποκτᾶ μιά ὀμορφιά. Καί ὁ Θεός στέκεται καί περιμένει. Περιμένει ὄχι ἁπλῶς γιατί Τοῦ ἀρέσει νά περιμένει, [ἀλλά] γιατί Τοῦ ἀρέσει ὅ,τι γίνεται νά γίνεται σέ βάθος καί νά ἀποκτᾶ ἕνα θριαμβικό μέγεθος.
Αὐτό ἀκριβῶς νά τό μεταφέρετε στή ζωή σας, αὐτό τό ἦθος τοῦ ἀπρόβλεπτου, τοῦ ἀνείπωτου τοῦ Ματθαίου καί τοῦ Χριστοῦ μας νά τό μεταφέρετε στή ζωή σας, ὅπου ἡ ζωή σας ἔχει στόχους, ἀλλά ταυτόχρονα αὐτοί οἱ στόχοι δέν ἐπιτυγχάνονται μέ μιά μονοτενῆ, δηλαδή μέ μιά ἀπρόσωπη βαρύτητα. Ἡ κάθε στιγμή ἔχει μιά προσωπικότητα, ἔχει μιά ὀμορφιά. Εἶναι τό κάλλος, ὁ θρίαμβος τοῦ κάθε λεπτοῦ, εἶναι ἡ γεύση τοῦ κάθε λεπτοῦ, εἶναι τό ὅτι ὁ χριστιανός «ρουφάει» τό κάθε λεπτό καί τό ἀνασαίνει τό κάθε λεπτό, τό κάνει μιά μοναδικότητα τοῦ Χριστοῦ καί αὐτό τό κάθε λεπτό, ἐπειδή εἶναι τόσο ὄμορφο καί τόσο πανέμορφο μέσα στίς δυσκολίες καί στούς πειρασμούς καί εἶναι τόσο συγκαταβατικό καί τόσο ἀπρόβλεπτο στήν ὀμορφιά πού ἔχει μέσα στίς δυσκολίες καί στούς πειρασμούς, ἀποκτᾶ ὁ ἄνθρωπος ἀπό τώρα γεύση παραδείσου καί ἐκεῖνο πού ἔρχεται στό τέλος σάν ἁγιότητα, σάν παράδεισος, εἶναι κάτι τό ὁποῖο βιώθηκε καί ἐγεύθηκε· καί γίνεται ὁ χριστιανός ἀπρόβλεπτος. Πῶς μπορεῖ νά χαίρεται μές στίς δυσκολίες, μές στίς λύπες, μέσα στούς πόνους, μές στίς ἀρρώστιες; Εἶναι αὐτό τό κάλλος τό ποιητικό, τό ὁποῖο καταυγάζει τό ἀπρόβλεπτο τοῦ Χριστοῦ μας καί τό ἀπρόβλεπτο τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου.
Τό κείμενο, λοιπόν, ὁρίζει πάρα πολύ οὐσιαστικά πράγματα γιά τή ζωή μας. Ἀποκαλύπτει τήν ἐπωνυμία τῶν ἀνωνύμων καί ἀποκαλύπτει τήν προβολή τῆς δικῆς μας ἐπωνυμίας, πού, ὄντες ἀνώνυμοι πολλές φορές γιά τά μέτρα τά δημοσιογραφικά τοῦ κόσμου, παραμένουμε ἐπώνυμοι καλλιεργηταί τῶν μεγάλων πραγμάτων τοῦ Θεοῦ, ἄν καλλιεργήσουμε βαθιά αὐτό τό κάλλος, αὐτό τό ποιητικό κάλλος τῆς χαρᾶς, τῆς εὐλογίας, τῆς ἀπαντοχῆς τοῦ κάθε λεπτοῦ.
(Πηγή: http://www.floga.gr/50/01/01/2004-5/200412190101.asp)
|